-
1 ἀπειράκις
A times without number, Arist.Ph. 193a28, Xen. 975a26, Plu.2.426e;πολλάκις, μᾶλλον δ' ἀ. Arist.Pol. 1329b27
;οὐχ ἅπαξ οὐδὲ δὶς ἀλλ' ἀ. Id.Cael. 270b19
, cf. Phld.D.3Fr.35;ἀπειράκις ἄπειρος Ph.1.499
, Dam.Pr.21.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀπειράκις
См. также в других словарях:
απειράκις — ἀπειράκις επίρρ. (Α) [άπειρος (II)] άπειρες, αναρίθμητες φορές … Dictionary of Greek